Ομόνοια 1980


Σ' ενα παλαιοβιβλιοπωλείο στου Ψυρρή, το βλέμμα μου έπεσε σ' έναν πιασάρικο τίτλο "Ομόνοια 1980". Ενδιαφέρον σκέφτηκα κι αποδείχτηκε έτσι: ένα κείμενο, σε μονομερή αφήγηση του Γιώργου Ιωάννου για την κίνηση της πλατείας, τους θαμώνες της, τα βαθύτερα κίνητρά τους. Mια ανθρώπινη ματιά, πέρα από την εύκολη καταδίκη, στην πλατεία που αγκάλιασε αυτούς που απέβαλλε ο καθωσπρεπισμός.
Εκτός απ' την προσωπική οπτική του συγγραφέα, μεγάλο ενδιαφέρον έχουν οι φωτογραφίες του Ανδρέα Μπέλια που καταγράφουν γλαφυρά τα πρόσωπα και τις καταστάσεις.
• Ομόνοια 1980, Γιώργου Ιωάννου, εκδόσεις "Κέδρος", 1987, 1 2 3.

Φωτογραφίες και αποσπάσματα απ' το βιβλίο

Δεν είναι τυχαία αύτη η επιμονή, αυτή η παραμονή στο χώρο εκεί των ανθρώπων, αλλά ποιος είναι σε θέση να διερωτηθεί ή να καταλάβει; Δεν νομίζω πώς θα έχει κανένας από τους διώκτες η επικριτές στοχαστεί, για ποιους άραγε λόγους όλα αυτά τα παιδιά - ναι τα παιδιά! - καθυστερούν η ριζώνουν εκεί στα πεζοδρόμια μέσα στη νύχτα και καμιά φορά στο κρύο. Γιατί, για να είναι ολότελα, άστεγοι δεν είναι - λίγοι οι ταξιδιώτες ανά-μέσα τους, πού έφτασαν αργά, κάπου θέλουν να φύγουν πολύ πρωί και δεν εννοούν να δώσουν κοροϊδίστικα λεφτά στο ξενοδοχείο.


Λένε πολλά για τα μοναχικά αυτά άτομα, πού οι ακίνητες σχεδόν σιλουέτες τους διαγράφονται στο μισοσκότεινο πεζοδρόμιο της πλατείας, μετά τις δύο τη νύχτα. Χωρίς να θέλω να υποστηρίξω με βεβαιότητα τίποτα και να αθωώσω καταστάσεις ολοφάνερης αντικανονικότητας, έχω να πω ότι δεν είναι και εδώ έτσι, όπως λέγονται, τα πράγματα.
Πιστεύω, ακόμα, ότι ένα γερό λαϊκό κορμί με τάση προς τις ηδονές και με μια ελαφρά, έστω, υποψία της μπλόφας, και της φενάκης, υπαρξιακής και κοινωνικής, εν την οποία ζώμεν, κινούμεθα και έσμεν, δεν μπορεί να είναι και πολύ διαφορετικό στη συμπεριφορά του. Τα άλλα υποψιασμένα κορμιά, με άλλη διαφορετική ιδιοσυστασία, εκφράζονται διαφορετικά και όπως μπορούνε.


Στην Ομόνοια συχνάζουν υποψιασμένα κορμιά. Αυτά πού είτε με το μυαλό είτε με τα κύτταρα έχουν συλλάβει κάτι από το πραγματικό μυστήριο και μαρτύριο. Και δεν πολυλογαριάζουν. Έχουν χίλιες εκφράσεις για να το πούνε αυτό και χίλιες χειρονομίες για να το εξεικονίσουν. Είναι πολλές οι ποικιλίες των ανθρώπων εκεί και ξέρω πώς τους ονομάζουν, πώς τους κοιτάζουν, πώς τους συμπεριφέρονται, πώς τους φακελώνουν και πώς τους κυνηγούν. Ακόμα, ξέρω, πώς φαγώνονται και μεταξύ τους, πώς αλληλοεκβιάζονται, πώς αλληλοκαρφώνονται και πώς αλληλοαποκαλούνται.


Βέβαια, το φαινόμενο πού είναι περισσότερο συνδεδεμένο στη συνείδηση του κόσμου, με την Ομόνοια, είναι η ερωτική αναζήτηση, ιδίως η ομοφυλόφιλη ερωτική αναζήτηση. Όπου συχνάζουν φαντάροι, επαρχιώτες νέοι και υποψιασμένα κορμιά, είναι φυσικό να μαζεύονται και ομοφυλόφιλοι, εννοώ δηλαδή άνθρωποι πιο συνειδητοί σ' αυτοί του είδους τον ερωτά. Και τί σημασία έχει αυτό; γιατί θεωρείται τόσο αξιομνημόνευτο στις περιγραφές και στις συζητήσεις περί Ομόνοιας; Οι περισσότεροι από τους ανθρώπους αυτούς δεν παρουσιάζουν καμιά διαφορά από τους άλλους. Η μόνη διαφορά τους - και μιλάμε τώρα για τα εξωτερικά στοιχεία πού πιάνει ένα κοινό μάτι - ότι είναι εξαιρετικά φιλήσυχοι.


Νιώθω απέραντη συμπάθεια για όλους αυτούς -για όλους, λέγω, αυτούς - καθώς τους βλέπω σταματημένους παράμερα στο πεζοδρόμιο να κοιτάνε ή ριζωμένους στη μέση στο πεζοδρόμιο να κοιτάνε και να συζητάνε η στα τραπέζια μέσα καμαρωτοί και αγαλμάτινοι να κοιτάνε προς την τσαχπίνα, βρώμικη, σπαρταριστή ομορφιά, πού συζητάει με την παρέα της στο βάθος δήθεν αμέριμνη για άρρητα αθέμιτα. Δεν τους θεωρώ ούτε τραγικά θύματα τής ζωής ούτε μόνιμα χαρούμενες υπάρξεις ούτε καν πλάσματα πού υφίστανται άγρια δήθεν οικονομική εκμετάλλευση οι νέοι, πού κρατούν ακόμα, γι' αυτό και τα σμήνη των σαγηνευτών.


Έρχονται, εδώ όλοι οι καταπιεσμένοι και ρημαγμένοι, ανά το πανελλήνιο.... Βέβαια, εκεί πού συμβαίνουν τα τέρατα και τα σημεία είναι τα μικρά μέρη. Αυτά πρώτα τυραννούν και μετά αποδιώχνουν τους ανθρώπους με τις ερωτικές, ιδίως, παραλλαγές. Τους αναγκάζουν να φύγουν προς τα μεγάλα αστικά κέντρα και κυρίως στην Αθήνα. Και όταν έρθουν στην Αθήνα, πολύ γρήγορα θα έρθουν και από την Ομόνοια, όπου ένα ποσοστό τους θα κολλήσει.


Το ίδιο συμβαίνει και με τους ανάπηρους, τους τυφλούς, τους παράλυτους, τους ραιβούς, τους μουγκούς, τους κρετίνους, τους χαζούς, τους τρελούς. H άγια επαρχία τους, η πεσμένη στα θεία και στα παραδοσιακά, τους αποδιώκει. Όχι μονάχα για λόγους οικονομικούς, αλλά και για λόγους κοινωνικούς. Δεν μπορούν να τους υποφέρουν, οι υγιείς ψυχές τους, δεν τους ανέχονται, ενώ η αμαρτωλή Αθήνα, και η αμαρτωλότερη Ομόνοια, τους δέχεται κι αυτούς ταπεινά και αγόγγυστα. Και αν καμιά φορά γίνεται στην Ομόνοια πλάκα σε κανέναν τρελό, πάλι από αργόσχολους επαρχιώτες γίνεται, πού κατέχουνε την ενδιαφέρουσα αυτή τέχνη. Αυτά απλώς ως συμβολή στο ξεφούσκωμα μερικών μύθων.


Το μεγαλύτερο μέρος των ατόμων πού κάθονται στα καφενεία, στα ζαχαροπλαστεία, στα τσιμεντένια πεζούλια των κυλιομένων και μηδέποτε κινουμένων κλιμάκων, βρίσκονται εκεί γιατί περιμένουν κάτι. Η Ομόνοια είναι χώρος ταξιδιωτών από την ελληνική επαρχία η και από την ξένη.
Δηλαδή, για να ξαναβάλουμε μια τάξη, μπορούμε να πούμε ότι το μεγαλύτερο μέρος ανθρώπων εκεί είναι το τρεχούμενο, οι περαστικοί. Αυτό το ρεύμα φουσκώνει ορισμένες ώρες το πρωί, το μεσημέρι και το βράδυ. Υστερα έρχονται οι επαρχιώτες, πού περιφέρονται γιατί έχουν δώσει κάποιο ραντεβού, γιατί θέλουν να χαζέψουν η και γιατί επιδιώκουν, ιδίως αν περνά η μπογιά τους, κάποια ειδική περιπέτεια.


Το “Νέον” αυτό χρησιμοποιείται πολύ από τους επαρχιώτες, κάποιας ηλικίας ιδίως, για τις συναντήσεις τους. Έχει, βέβαια, και τους μόνιμους θαμώνες του στο βάθος, πού πηγαίνουν εκεί για την ατμόσφαιρα. Και ας μη θαρρούν οι καλλιεργημένοι και οι ευαίσθητοι πώς μονάχα αυτοί καταλαβαίνουν από ατμόσφαιρα. Οι απλοί άνθρωποι την ατμόσφαιρα πού γουστάρουν την επιδιώκουν μετά μανίας, γι' αυτό άλλωστε τα γραφικά στέκια τους γίνονται κάθε τόσο της μόδας, ώσπου καταστρέφονται. Ακόμα και για τη νύχτα, τις άγριες εκείνες ώρες μετά τις δύο, ξέρω καλά ότι ορισμένοι τους στέκονται στην Ομόνοια μόνο και μόνο για την ατμόσφαιρα πού δημιουργείται και πού δεν θέλουν να την ανταλλάξουν με την πνιγηρή μοναξιά του σπιτιού τους.
Ανάμεσα στους θιασώτες αυτούς - θιασώτες των κανονικών ωρών όμως - βρίσκονται και πολλοί συνταξιούχοι, σοβαροί συνήθως άνθρωποι, άλλου ειδικού βάρους από εκείνους πού οδηγούν τα βήματα τους προς τα παγκάκια του Ζαππείου, για να λύσουν δήθεν με τη συζήτηση τα μεγάλα προβλήματα και μυστήρια.


Όταν θα πάρω τη σύνταξη - πόσο απεχθάνομαι τη λέξη αύτη! - θα έρχομαι συχνά στα πεζούλια. Θα μελετώ και θα σκέφτομαι από' το πρωί τα δικά μου και το βραδάκι θα θέλω να βγω. Κι όπως, για λόγους οικονομικούς ή μάλλον και γι' αυτούς, δεν θα μπορώ να πηγαίνω συχνά στις καφετερίες, θα πηγαίνω να κάθομαι κι εγώ στα πεζούλια μες στα σκοτεινά. Και θα κοιτάω τ' αυτοκίνητα, πού δεν έμαθα ποτέ να οδηγώ, και τα φώτα, πού πάντοτε απόφυγα. Δίπλα μου θα συνάπτονται οι γνωριμίες και τα ειδύλλια της μιας ώρας, οι τρυφερές συζητήσεις περί χρημάτων και ταρίφας με τους βίζιτες και θα ηχούν οι πρωτότυπες φράσεις, «τί ώρα έχετε;», «τη φωτιά σας, παρακαλώ», «από πού είστε;», «πόσα θα δώσεις;», «πόσο θα μείνεις;», «ποιο είναι το τηλέφωνο σου;», και τα λοιπά, μα εγώ θα είμαι τέλεια αδιάφορος, καθώς τα ξέρω, τα ξέρω, και τα μισώ, τα μισώ, τα μισώ, όλα αυτά.


Σ' αυτές τις περιοχές και σε άλλες, ακόμα αρρενωπότερες, καλό είναι να ζυγώνει κανείς είναι οι ψυχές τους σκοτεινές, ίσως τα χνουδιασμένα σώματα, τα λόγια τους τα αινιγματικά, τα αμφίστομα. με κάποιο δέος. Να μη χαχανίζει, να μην ειρωνεύεται, να μην κάνει πνεύμα - δεν κομπάζουν από' αυτά - και ανά κοιτάει, να κοιτάει με ήπιο βλέμμα και προς την ιδία κατεύθυνση. Το κορτάρισα με όλο το μαγαζί δεν ενδείκνυται ούτε και αποδίδει. Οι σκληροί λαϊκοί άνθρωποι νιώθουν συμπάθεια για τους υποταγμένους ανθρώπους. Γι' αυτούς πού μπορεί να πει κανείς το «ναι μεν, αλλά...»


Τα πρόσωπα της Ομόνοιας είναι σχεδόν όλα εφήμερα. Ακόμα κι αυτά πού θαρρείς πώς είναι μόνιμα ριζωμένα κάποια μέρα εξαφανίζονται. Μια εξαφάνιση σημαίνει συνήθως ταξίδι η επιστροφή στο χωριό. Σημαίνει ακόμα πολλή δουλειά η δουλειά τις ώρες εκείνες. Μπορεί ακόμα να σημαίνει ερωτά, να οφείλεται σε ερωτά και σε βαρύ νταλγκά. Συχνά όμως οφείλεται και σε λόγους πού πηγάζουν μέσα από την ιδία την καθόλου αγγελική κοινωνία της πλατείας. Μπορεί να οφείλεται σε εκβιασμούς, ξυλοδαρμούς, απειλές κατά της ζωής, καταδίωξη, καταζήτηση, φυλάκιση, μεγάλη λαδιά σε βάρος τής μαφίας. Πίσω από την εικόνα καιροφυλακτεί το μαρτύριο. Άλλα και που δεν ενεδρεύει το μαρτύριο;
Το καλύτερο από' όλα είναι να συχνάζεις εκεί χωρίς να σε ξέρουν, να παρατηρείς χωρίς να σε προσέχουν, να μιλάς χωρίς να δεσμεύεσαι, να μελετάς τις μορφές χωρίς να προβληματίζεσαι για τις συνθήκες πού τις ξεπέταξαν έτσι η αλλιώς. Δεν έχει κανένα νόημα η συμμετοχή σε προβλήματα πού δεν παίρνουν λύση.


Με τους τρελούς ιεροκήρυκες της Ορθοδοξίας όμως είναι άλλο πράγμα. Δημιουργείται συνωστισμός και μεγάλη πλάκα. Είναι μια γυναίκα, πού αφού πει μερικά συνταραχτικά περί μελλούσης κρίσεως και μετανοίας, αρχίζει ξαφνικά να φωνάζει: «Και οι γυναίκες να μην τον παίρνουν από' το στόμα, γιατί θα βγάλουν καρκίνο στο στόμα τους!» «Και οι άντρες; και οι άντρες;» την τσιγκλάει το ενθουσιασμένο ακροατήριο. «Και οι άντρες να μην τον παίρνουν από πίσω, γιατί θα βγάλουνε καρκίνο στον κάλο τους!» Και έτσι υπό τα χειροκροτήματα των νεοφώτιστων τελειώνει σε κείνο το σημείο το κήρυγμα.


Από ματιές πού ρίχνω τώρα περνώντας, δεν βλέπω να έχει τίποτε αλλάξει ούτε στον εξοπλισμό ούτε στη διαδικασία. Είναι ωραίο πράγμα να κάθεσαι κάτω στο γραφείο και να μελετάς τους πελάτες πού κουβαλούν τα «κορίτσια», τα όποια δεν είναι και πάρα πολλά αναλόγως με την κίνηση της περιοχής. Πάντως, μέσα από ένα φτηνό ξενοδοχείο της Ομόνοιας, όπου διαμένεις με διάφορους λαϊκούς τύπους, η κίνηση της πλατείας φαντάζει πολύ περισσότερο αποκρυπτογραφημένη στα μάτια σου και είναι ήρεμη και φτωχική, ακόμα και πληκτική τις γιορτές και τις νύχτες. Ενώ όταν κατεβαίνεις από το καλοβαλμένο σπίτι σου, όλα εδώ σου φαίνονται μυστηριώδη και σκληρά και ύποπτα.


Κάθομαι στο πατάρι της καφετερίας και κοιτάω την κίνηση. Είμαι ένα παμπάλαιο, αντεπιστέλλον όμως, μέλος της κοινωνίας αυτής. Στις επαρχίες όταν έβλεπα στις ελληνικές ταινίες την Ομόνοια, πού εμφανιζόταν συχνά πυκνά, ιδίως από τότε πού την εμπλούτισαν με τα τρεχούμενα νερά, αναπηδούσα. Θαρρούσα πώς θα ιδώ τους φίλους μου ή τον εαυτό μου και φοβόμουνα. Είναι ο δικός μου χώρος αυτός, πού με λύτρωσε από τη βαριά σκιά άλλων χώρων. Και αυτό, θαρρώ, συμβαίνει με πάρα πολλούς πού τους βλέπω με συγκίνηση να κινούνται εκεί.
Κοιτάζοντας όλη αυτή την κίνηση, μου έρχεται να κάνω και να πω αυτά πού έκανε, κατά τον Ηρόδοτο, ο Ξέρξης, όταν επιθεώρησε το στρατό του και το στόλο του. Πρώτα μακάρισε τον εαυτό του και μετά εδάκρυσε. «Ούτε ένας από αυτούς δεν θα υπάρχει σε εκατό χρόνια», είπε. Ναι, ούτε ένας - τίποτε.

Σχόλια

  1. ... "Ακόμα και για τη νύχτα, τις άγριες εκείνες ώρες μετά τις δύο, ξέρω καλά ότι ορισμένοι τους στέκονται στην Ομόνοια μόνο και μόνο για την ατμόσφαιρα πού δημιουργείται και πού δεν θέλουν να την ανταλλάξουν με την πνιγηρή μοναξιά του σπιτιού τους." ...

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. πόσο ζήλεψα τον νηφάλια αναλυτικό, διεισδυτικό λόγο του Ιωάννου, που μόνο αποστασιοποίηση από το θέμα του δεν δείχνει...

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. πολυ ωραίο, ευχαριστω

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. «Ούτε ένας από αυτούς δεν θα υπάρχει σε εκατό χρόνια», είπε. Ναι, ούτε ένας - τίποτε.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  5. Akomh ena diamantaki se auto to blog!

    Fwtografies tu xthes pou tis synodeuei h yperoxh grafh tou Iwannou, mprabo athensville!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  6. Para poli oreo.
    Apistefti i matia tou Ioannou me tin tomeri tis proseggisi.
    Exigei toso kala ti zoi tis plateias kai tis siberifores ton anthropon.
    Tha simfoniso me bernardina.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  7. Πρέπει να σου πω ότι το ζήλεψα αυτό το ποστ σου.

    Μακάρι να είχα την έμπνευση και να ανέβαινε στο δικό μου μπλογκ :-)

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  8. Εξαιρετικό! Σαν να έχουν περάσει 100 χρόνια και την ίδια στιγμή να μην έχει περάσει ούτε μια μέρα.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  9. συγκινητικό άρθρο... χρειαζόμαστε περισσότερα σαν και αυτό athensville !!!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  10. Πλατεία Ὀμονοίας, μὲ πρόσωπα Ἑλλήνων! Λαϊκῶν τύπων, ἐργατῶν, Ἀθηναίων καὶ ἐπαρχιωτῶν, ἀρκετῶν περιθωριακῶν, κάποιων ἀκόμη-ἀκόμη ἐλαφρῶς ὑπόπτων, ἀλλὰ Ἑλλήνων. Ἀπίστευτο!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  11. Μπορεί να πέφτω έξω αλλά έχω την εντύπωση ότι με τον Ιωάννου έχετε μεγάλη συγγένεια.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  12. οι καλες εποχες τις αθηνας και της ομονοιας ,ενας χωρος για πηκηλες σηναντησης αλλα παντα ολα ηταν σε φηληκο επηπεδο με τη ενεια δεν κυνδηνευε η ζωη σου οποια ωρα και να διεσχηζες εξαλου τα καταστηματα ηταν επη 24 ωρο ανηκτα ,παρολο οτι ειχε πολλη αμαρτια δεν κηνδηνευε η ζωη κανενος,τωρα πλεον δεν θεν να περνας ουτε ημερα εκει και στη πλατεια κοτσια σηναντιοταν ολοι οι οικοδομοι για εργασια γαι να πληροθουν απο τους εργοδοτες ηταν ενας τοπος σηναντησεον τωρα ενας τοπος εγκληματηκοτητας ??

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  13. παρα πολυ συγκινητικο αρθρο - και τα φωτο, και τα λογια μας στρεφουν πισω στις επικαιρες μερες τοτε που μπηκε η ελλαδα στην ΕΕ, και τωρα βλεπουμε τι τερας εγινε
    (this was a brilliant post - thanks for all the photos)

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  14. Kathisterimenos 2 xronia alla iparxei + i apantisi 20 xronia meta ston Ioannou apo ton Filippou Filippou me fwtografies tou Stratou Kalafati - http://www.biblionet.gr/book/46352

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  15. Hello everybody.
    Can you suggest me a english translation of this interisting book?

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Δημοσίευση σχολίου

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

400 παλιές έντυπες ελληνικές διαφημίσεις

H θλιβερή ιστορία του ιβίσκου

Γέμισε μωβ η Αθηνάς